Η ζωή του μεγάλου Λεονάρδου Μπουρνέλη, τα πρώτα χρόνια και η καταξίωση| Ο Νίκος Μπουρνέλης θυμάται τον πατέρα του (vid)

 


Σωτήρης Σουχλέρης

Συνέντευξη παραχώρησε στο "Εξιστορώντας" ο γιος του μεγάλου μουσικοσυνθέτη και μπουζουκτσή Λεονάρδου Μπουρνέλη, Νίκος Μπουρνέλης. Σε ένα μεγάλο αφιέρωμα που προβάλλεται για πρώτη φορά, έρχεται στο φως όλη η πορεία του βιρτουόζου του μπουζουκιού, ενός ανθρώπου που ξεκίνησε από την Ιο, ήρθε στην Αθήνα το 1940 και κατέκτησε τις πίστες με τις πενιές του. Τα σουξέ του, τα ποτ πουρί και τα σατυρικά τραγούδια του έχουν μείνει αξέχαστα, όπως και οι μεγάλες συνεργασίες του, τις οποίες εξιστορεί ο γιος του με συγκίνηση. 

Πότε γεννήθηκε ο πατέρας σου, έπιανε από μικρός στα χέρια του μπουζούκια και μπαγλαμάδες;

Γεννήθηκε το 1933 στο νησί της Ίου. Βέβαια εκείνα τα χρόνια, την δεκαετία του 30 που μεγάλωσε, βασικό μέλημα ήταν να ζήσεις και να καταφέρεις να έχεις τα βασικά αγαθά, όχι μπουζούκια και μπαγλαμάδες. Η πρώτη του επαφή έγινε με τους τοπικούς οργανοπαίκτες που πήγαιναν στα πανηγύρια του νησιού. Εκεί άκουσε την παραδοσιακή μουσική αλλά όταν πρωτοείδε το μπουζούκι ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά. Όμως επειδή δεν είχε λεφτά προσπάθησε, με όποιες γνώσεις είχε, να φτιάξει ένα μπουζούκι μόνος του στην αρχή και πράγματι έφτιαξε ένα τρίχορδο. Αυτά συνέβησαν λίγο πριν την εφηβεία του, στις πρώτες επαφές με τους μουσικούς της Ίου. Φαίνεται πως είχε δει κάποιον μπουζουκτσή σε ένα πανηγύρι και από εκεί ερωτεύθηκε αυτό το όργανο.

Ακούστε παρακάτω το μεγάλο αφιέρωμα



Πότε κατέβηκε στην Αθήνα;

Στα τέλη του 40 για να υπηρετήσει την θητεία του στην αεροπορία, στο Τατόι. Εκεί άρχισε να γίνεται πρώτη φορά "επαγγελματίας". Πιθανόν σε "βραδιές οπλίτη" να έπαιζε μπουζούκι για να τα πηγαίνει και καλύτερα στην θητεία του. Άρχισε λοιπόν να παίζει και να σιγοτραγουδάει, πήρε το πρώτο του τρανζίστορ και σε τοπικά γλέντια έκανε τα πρώτα του βήματα. Ακόμα δεν έγραφε όμως.

Ποιόν είχε πρότυπο από τους παλιούς ρεμπέτες που μεσουρανούσαν τότε;

Δεν θα έλεγα πρότυπο, αλλά εκείνος που τον συνέπαιρνε περισσότερο απ' όλους ήταν ο πατέρας του Βαγγέλη Περπινιάδη ο Στελάκης. Για αυτό και τα επόμενα χρόνια ήρθε πιο κοντά με τον Βαγγέλη, γιατί είχε παρόμοιο στυλ, έγραφε τσιφτετέλια και τραγουδούσε, είχαν δηλαδή μια κοινή πορεία.



Τα πρώτα δισκάκια τα έβγαλε την δεκαετία του 70 πότε άρχισε να δουλεύει στις ταβέρνες και κέντρα;

Θα σου πω μερικά πράγματα που δεν τα ξέρει ο κόσμος. Τα πρώτα του τραγούδια ξεκίνησε να τα γράφει το 60, τα πρώτα δισκάκια δημιουργήθηκαν και φτιάχτηκαν σε δική του εταιρεία που είχε ιδρύσει. Αφού άρχισε να γίνεται επαγγελματίας ήρθε σε επαφή με τον Πρόδορομο Τσαουσάκη, που θαύμαζε ο Καζαντζίδης. Έτυχε να τον δει σε κάποιο μαγαζί, τον πλησίασε και του είπε "έχω κάποια τραγούδια θέλω να τα ακούσεις". Έτσι καβάλησε το τραμ από πίσω και πήγε στο σπίτι του. Εκεί γράφτηκε το "όπου πατώ το πόδι μου", το είπε λοιπόν ο Τσαουσάκης και έγινε μεγάλη επιτυχία. Του ανοίχτηκαν οι πόρτες για την επιτυχία. 

Μετά με ποιους τραγουδιστές συνεργάστηκε;

Είναι πάρα πολλά τα ονόματα με τα οποία δούλεψε, επιγραμματικά θα αναφέρω αυτούς που ξέρει το ευρύ κοινό. Γιώτα Λύδια, Χαρούλα Λαμπράκη, Στράτος Διονυσίου, έγραψε μόνο ένα τραγούδι "όλα τα επαγγέλματα". Με τον Γιώργο Ταλιούρη όπου έγραψε την "αριστοκράτισσα", τον Σπύρο Ζαγοραίο και τον Μανώλη Μπαρμπεράκη. Έκανε συνεργασίες με δημοτικούς τραγουδιστές όπως τον Δημήτρη Ζάχο, του είχε δώσει "το μοδίστρες και κομμώτριες" τον Στάθη Κάβουρα, τον Γιάννη Κωνσταντίνου και την Σοφία Κολλητήρη. Περίπου 800 τραγούδια έχει δισκογραφήσεί σε δίσκους. Μιλάμε για μεγάλο όγκο και είναι κρίμα που δεν έχει γίνει μια αναφορά σε αυτόν τον άνθρωπο.

Θέλω να με διαφωτίσεις στο πότε έβγαλε τον πρώτο του δίσκο; Υπάρχουν διάσπαρτες αναφορές και διάφορες χρονολογίες.

Δεν ξέρω ακριβώς, σίγουρα όμως είναι σε 45 στροφές. Το όπου πατώ το πόδι μου είναι από τα πρώτα κομμάτια που έβγαλε ως συνθέτης. Ο πρώτος δίσκος 33 στροφών ονομάζεται "ο πρώτος μεγάλος δίσκος του Λεονάρδου Μπουρνέλη", εκεί τραγουδάει και παίζει μόνος του. Ένα από τα πρώτα Lp είναι "τα διαμάντια τραγουδούν", όπου συμμετείχαν ο Μιχαλόπουλος και ο Τσαουσάκης.


Είχε αγαπημένο κάποιον τραγουδιστή από την γενιά των Καζαντζίδη, Γαβαλά και Αγγελόπουλου;

Όλοι αυτοί ήταν αγαπημένοι του όμως θαύμαζε τον Βαγγέλη Περπινιάδη για την βυζαντινή του φωνή. Μου είχε πει "μακάρι να είχε την φωνή του". Και θέλω να αναφέρω ότι το πιο γνωστό οργανικό τσιφτετέλι είναι το "ο Βαγγέλης έχει κέφια" και το "τσιφτετέλι του Μπουρνέλη", αυτά τα δύο είναι τα πιο γνωστά στο είδους τους. Ο Λεονάρδος είχε γράψε τρεις δίσκους μόνο με σόλο τσιφτετέλια. Να θυμίσω εδώ ότι ο δίσκος "τα ζημιάρικα τσιφτετέλια του Μπουρνέλη" πούλησε γύρω στις 400-500 χιλιάδες κομμάτια. Και αυτά βάση των στατιστικών της "ΜΙΝΟΣ".


Θέλω να σε πάω στην συνεργασία του με τον Παναγιώτη Μιχαλόπουλο, γιατί αυτοί οι δύο έκαναν ένα ακτύπητο δίδυμο. Πως γνωρίστηκαν;

Η γνωριμία τους έγινε πρώτη φορά στο μαγαζί "Λουζιτάνια" όπου ξεκίνησε και η μεγάλη τους φιλία, στις αρχές του 70. Έπαιξαν μαζί σε διάφορα πανηγύρια και τα πρώτα κομμάτια γράφτηκαν το 1975. Άρχισε ο Λεονάρδος να γράφει πάνω στην φωνή του Μιχαλόπουλου. Ο Μιχαλόπουλος τον τελευταίο του δίσκο το 1987 τον έκανε με τον Λεονάδρο, με τραγούδια της εποχής. Ήταν καλοί φίλοι μέχρι το τέλος. Ο πατέρας μου είναι εκείνος που δημιούργησε το "δεν ξανακάνω φυλακή", όπως το ξέρουμε σήμερα.


Ποια άλλα κομμάτια έγραψαν μαζί; 

Ο χρυσός δίσκος του "Παναγιώτη Μιχαλόπουλου" κυκλοφόρησε το 1975 ή το 1976. Εκεί υπήρχαν πολλά τραγούδια ξεχασμένα, όπως το "βαδίζω και παραμιλώ", το οποίο ξαναέφερε πίσω σε δεύτερη εκτέλεση. Και φυσικά το γνωστό σε όλους "δεν ξανακάνω φυλακή", πούλησε πάνω από 20 χιλιάδες κομμάτια, όλα τα τραγούδια έγιναν επιτυχίες. Εάν βάλουμε και τις κασέτες που πουλήθηκαν το νούμερο ανεβαίνει. 

Με πιο σκεπτικό αποφάσισε να τραγουδά και ο ίδιος στους δίσκους του;

Ο πατέρας μου όπως και ου υπόλοιποι συνθέτες εκείνης της εποχής, έδιναν τραγούδια σε τραγουδιστές, όμως δεν βιοπορίζονταν εύκολα και η ΑΕΠΙ πρόσφερε ελάχιστα πνευματικά δικαιώματα. Αποφάσισε να πει και ο ίδιος τραγούδια, πρώτον για να τον μάθει ο κόσμος και δεύτερον γιατί είχε καλή φωνή. Το "άνω κάτω έκανα τον κόσμο" έγινε επιτυχία και ακούστηκε αρκετά με την φωνή του. Οι περισσότεροι δίσκοι του έχουν ηχογραφηθεί στην εταιρεία που ίδρυσε τις "Κυκλάδες".

Σε αυτήν την εταιρεία έχουν τραγουδήσει μεγάλοι και μικροί τραγουδιστές, η Χαρούλα Λαμπράκη, ο Μπαρμπεράκης, ο Μιχαλόπουλος, η Σοφία Σιδέρη και έγιναν περίπου 46 δίσκοι 33 στροφών όπως και 45ρια. Η εταιρεία κράτησε περίπου 6 με 7 χρόνια. Έτσι έγινε γνωστός και από το τραγούδι. Ενώ έκανε και τρεις σειρές με δημοτικά.

Πως του ήρθε να γράψει σατυρικά, όπως "ο καφές" και το άστηνε να γυμνάζεται;

Εκείνη την εποχή είχε φιλία με τον Γιώργο τον Μπίλη, ο οποίος έχει κάνει μεγάλες σατιρικές επιτυχίες. Αυτός του έδωσε την ιδέα να γράψει κάποια πιο "λούμπεν" κομμάτια, στο πλαίσιο περισσότερο της πλάκας. Συνάμα ο πατέρας μου είχε ταλέντο στο να βγάζει στιχάκια, οπότε άρχισε να γράφει για πλάκα. Και έγιναν μεγάλες επιτυχίες. Εδώ όμως θέλω να πω, ότι και τα πρώτα ποτ πουρί ξεκίνησαν μέσω του Λεονάρδου και αυτών των τραγουδιών.

Δηλαδή στον δίσκο τα τραγούδια δεν τελείωναν, αλλά πήγαιναν το ένα πίσω από το άλλο. Πριν το 70 δεν υπήρχαν σε δίσκους τέτοια πράγματα, ουσιαστικά οι δημοτικοί τραγουδιστές ορμώμενοι από την πορεία του τον... αντέγραψαν. Έβγαλε τα χορευτικά του Μπουρνέλη Νο1, 2 και 3 που ήταν τα πρώτα του είδους τους.  

Είχε παράπονο που δεν συνεργάστηκε με τα μεγάλα ονόματα της εποχής του όπως τον Καζαντζίδη και τον Αγγελόπουλο;

Όχι καημό, δεν μου εκδήλωσε ποτέ την στενοχώρια του για κάτι τέτοιο. Όμως ότι συνεργάστηκε με τον Τσαουσάκη, την Λαμπράκη και τον Μιχαλόπουλο του αρκούσε, δεν θέλησε ποτέ να μπει σε... κυκλώματα. Ο... "καημός" του βέβαια ήταν ότι δεν τον καλούσαν σε εκπομπές για να μιλήσει. Δεν ήρθε ποτέ κάποιο μεγάλο κανάλι ή εκπομπή να του δώσουν βήμα. Και είναι κρίμα γιατί έγραψε πολλά πράγματα σε διάφορα είδη, λαϊκά, ρεμπέτικα και δημοτικά. 

Με τον Γιώργο Ταλιούρη έγραψαν μεγάλα κομμάτια την "αριστοκράτισσά" και το "όπα λα λα" που έγιναν μεγάλες επιτυχίες. Το "οπα λα λα" τώρα το ακούμε από τον "Εισβολέα" να πω για τον κόσμο που δεν ξέρει.

Πότε σταμάτησε να δουλεύει στα κέντρα;

Από τα τέλη του 90 και αρχές 2000, όταν έγιναν τα πράγματα στις πίστες λίγο πιο στητά, σιγά σιγά σταμάτησε. Προτιμούσε να πηγαίνει σε πανηγύρια, να έχει άμεση και ζωντανή επαφή με τον κόσμο στην ύπαιθρο. Ήταν διασκεδαστής, του άρεσε να βάζει το μπουζούκι πάνω στο κεφάλι του αλα Jimmy Hendricks, να κάνει το σόου του. Ήταν πιο λαϊκός άνθρωπος οπότε πήγαινε στην επαρχεία κυρίως στην Πελοπόννησο και στην Εύβοια. Το τελευταίο του μαγαζί λεγόταν "γλάρος" και βρισκόταν κάτω από το "Νίκος Γκούμας" μέχρι που γκρεμίστηκε.

      


Δούλεψε και στην "Στοά των αθανάτων" απ' όπου έγραψε το ομώνυμο κομμάτι;

Όχι δεν έχει δουλέψει σε αυτό το μαγαζί. Παρότι του άρεσε ο χώρος και ήθελε να είναι μέρος του σχήματος τελικά δεν έγινε η συνεργασία. Όμως έγραψε το τραγούδι και πρόσθεσε τον εαυτό του στο κομμάτι. Στον στίχο δηλαδή που λέει 

"Με ακορντεόν την Λέλα έλα στην παρέα έλα

με μπουζούκι τον Μπουρνέλη και τραγούδι τον Σκαρπέλη"

Είχε μαθητές που να τους δίδαξε μπουζούκι;

Ο πατέρας μου, όπως ο Ζαμπέτας, δεν έμαθε ποτέ να διαβάζει και να γράφει μουσική σε χαρτί, οπότε θεωρούσε εκ των ων ουκ άνευ τα διδάξει. Πολλοί των είχαν προσεγγίσει αλλά τους έλεγε "ελάτε να δείτε το πως παίζω δεν μπορώ να κάνω κάτι παραπάνω". Ήταν εντελώς αυτοδίδακτος, δεν προσπάθησε να διδάξει γιατί πίστευε ότι δεν θα απέδιδε. Η πρώτη του επαφή στο να μάθει τους "λαϊκούς δρόμους" ήταν με ένα γεροντάκι στην Νέα Ιωνία και αυτό για πολύ λίγα πράγματα.

Πέρα από μπουζούκι έπαιζε και μπαγλαμά;

Και μπαγλαμά και τζουρά και γενικότερα τα συναφή τρίχορδα. Ας πούμε δεν έπιανε τετράχορδο μπουζούκι στα χέρια, όχι γιατί το αντιπαθούσε. Μια φορά που δοκίμασε είπε "αυτό είναι για τους δεξιοτέχνες" και δεν θεωρούσε τον εαυτό του δεξιοτέχνη. Είχε ένα προσωπικό ύφος παιξίματος, απ΄ το οποίο εγώ τον καταλαβαίνω κατευθείαν, κάτι που είχαν οι παλιοί. Για όποιον ακούει λαϊκό τραγούδι θα τον αναγνωρίσει με το που τον ακούσει.  

Δεν έκανε και λάθη είχε πολύ καθαρό ήχο

Έκανε μερικά λαθάκια, στα "ζημιάρικα τσιφτετέλια" έπαιξε μια φορά το κομμάτι και έτσι μπήκε στον δίσκο. Δεν είχε δυνατότητα να πληρώνει στούντιο για πάνω από 5 ώρες, το πλήρωνε μόνο του και ήταν ο ίδιος παραγωγός. Κατάφερνε και ήταν συγκεντρωμένος για να βγει σωστά το κομμάτι. Του άρεσαν και τα λαθάκια, ήταν πολύ αυστηρός με τον εαυτό του και είχε άγχος μέχρι τα τελευταία του χρόνια. 

Θυμάσαι τον τελευταίο του δίσκο;

Ο τελευταίος του δίσκος βγήκε το 2011 και είχε αυτόν ακριβώς τον τίτλο. Αλλά μέχρι και το 2017 που έφυγε ήταν πολύ ενεργός, έπαιρνε για παράδειγμα παλιά του στιχάκια, πήγαινε στο στούντιο και άλλαζε τους στίχους. Σε αυτόν τον δίσκο έπαιξε ο Μανώλης Καραντίνης δωρεάν παρακαλώ προς τιμήν του Μπουρνέλη. Αυτή ήταν η τελευταία ολοκληρωμένη παραγωγή με παλιά κομμάτια και ορισμένα καινούργια.

Εδώ πρέπει να πούμε ότι ο πατέρας σου έχει γράψει τραγούδια για ομάδες όπως τον Παναθηναϊκό σωστά;

Και για τον Παναθηναϊκό και για άλλες ομάδες. Το ένα είναι το "στην Λεωφόρο Αλεξάνδρας" και το "Ο ΠΑΟ πρωταθλητής", δύο χασάπικα που το λέει ο ίδιος. Είναι ο μόνος που έχει γράψει τραγούδι για την Καστοριά, τον ΠΑΟΚ, την ΑΕΚ και τον Ολυμπιακό. Βέβαια εκεί τα χαλάσαμε όμως μου απάντησε "παιδί μου και ολυμπιακοί ακούγανε", εκείνος δεν ήταν οπαδός κάποια ομάδας. 



Είχε κάποιο αγαπημένο δικό του τραγούδι;

Ναι το "Ανω κάτω έκανα τον κόσμο" επειδή το είχε πει ο ίδιος και είχε καημό να γίνει επιτυχία, ως προσωπικό τραγούδι. Γενικότερα του άρεσε πάρα πολύ το "είναι όλα μαύρα" του Μπακάλη. Έπαιζε τραγούδια του Καλδάρα, του Άκη Πάνου και πολλών 'αλλων, του τα ζητούσαν βέβαια.

Πως πέθανε;

Στα τελευταία χρόνια του είχε καρκίνο, από αυτό έφυγε. Παρόλα αυτά είχε πολύ καλή διαύγεια, ήταν λειτουργικός και μέσα σε ένα οκτάμηνο κατέληξε. Θυμάμαι χαρακτηριστικά, όσον αφορά την μουσική. ότι παρέδωσε τα όπλα. Όταν είχε σηκωθεί λίγο του έδωσα το μπουζούκι και του είπα "πατέρα έλα παίξουμε λίγο", μόλις είδε ότι δεν μπορούσε να βάλει τα χέρια του πάνω του γύρισε και μου είπε. "Παιδί μου πάρτο, ξεκούρδισε το να ξεκουραστεί και αυτό και σε λίγο θα ξεκουραστώ και εγω". Και τότε όμως κουράγιο στους άλλους έδινε, ήταν πολύ στωικός.

Το δικό σου αγαπημένο κομμάτι του πατέρα σου ποιο είναι;

Ίσως να μην το ξέρεις είναι ένα παλιό ζεϊμπέκικο που λέγεται "ένα πουλί ανήμπορο" το είχε πει ο ίδιος, όμως δεν θυμάμαι σε πιο δίσκο είναι. Θα πω βέβαια για άλλη μία φορά το "Ανω κάτω έκανα τον κόσμο" το αγαπώ πολύ αυτό το κομμάτι. Να μην ξεχνάμε και την "αριστοκράτισσα" με τον Ταλιούρη.


                         (Το μπουζούκι του κυρίου Λεονάρδου πάνω στο πιάνο του γιου του)

Ακολουθήστε το "Εξιστορώντας" στην σελίδα μας στο Facebook, στο προφίλ μας στο Instagarm και κάντε εγγραφή στο κανάλι μας στο YouTube ώστε να μην χάνετε τα νεότερα ιστορικά μας άρθρα και τις συνεντεύξεις μας.

Σχόλια