Σαν σήμερα 23 Μαρτίου 1821: Η Καλαμάτα γίνεται η πρώτη πόλη που απελευθέρωσαν οι επαναστατημένοι Έλληνες


Φωκίων Δανιηλίδης

Η απελευθέρωση της Καλαμάτας έλαβε χώρα στις 23εις Μαρτίου 1821 και αποτελεί από τα πρώτα επεισόδια στον αγώνα των Ελλήνων για την ανεξαρτησία. Το εν λόγω γεγονός, αν και συχνά παραλείπεται σε σχετικά έργα, ήταν σημαντικό για την έναρξη του επανάστασης, διότι η πόλη αποδείχθηκε σημαντική στα μετέπειτα στάδια του αγώνα.

Ήδη πριν την έλευση των φιλικών και την έναρξη την επανάστασης, ο Μοριάς πρωταγωνιστούσε στα πρώιμα δείγματα αντίστασης του ελληνισμού, αν και με την ενίσχυση ξένων δυνάμεων. Λόγω της τοποθεσίας και του παρελθόντος της Καλαμάτας, ήταν απόλυτα λογικό οι φιλικοί να προβούν στην απελευθέρωσή της στα πρώτα στάδια της αντίστασης. Μαζί με την υπόλοιπη Πελοπόννησο, θεωρείται θεμέλιο του νέου ελληνισμού και μέχρι σήμερα η απελευθέρωση της πόλης τιμάται ως τοπική εορτή από τον ντόπιο πληθυσμό.

Υπήρχαν πολλοί λόγοι για τους οποίους η επανάσταση ξεκίνησε στην Πελοπόννησο. Η χερσόνησος ανέκαθεν αποτελούσε πυλώνας του ελληνικού πολιτισμού. Η πνευματική αναγέννηση που έλαβε χώρα στο δεσποτάτο του Μοριά κατά τις τελευταίες δεκαετίες της βυζαντινής εποχής ήταν, κατά κύριο λόγο, υπεύθυνη για την αναβίωση της ελληνικής ταυτότητας, φιλοξενώντας πυλώνες του ελληνισμού όπως ο Πλίνθων Γεμιστός. και για την επιβίωσή της μετά Άλωση στην Δύση. Επιπλέον, το ελληνικό στοιχείο παρέμενε ενεργό στις ορεινές περιοχές του Μοριά, καθώς εκεί οι ντόπιοι είχαν μεταναστεύσει προκειμένου να αποφύγουν την υποταγή στον τουρκικό ζυγό.

 Αξίζει να σημειωθεί ότι στις περιπτώσεις όπου το ελληνικό στοιχείο είχε την δυνατότητα να αντισταθεί στο πλευρό ξένων δυνάμεων, η συμμετοχή κατά των Οθωμανών ήταν σημαντικά ισχυρότερη στην Πελοπόννησο. Στην περίπτωση του έκτου Βενετο-Οθωμανικού πολέμου (1684-1699), ή όπως είναι επίσης γνωστός, ο Πόλεμος του Μοριά, Έλληνες ευγενείς από τα Ιόνια νησιά και οι ανυπότακτοι Μανιάτες ενίσχυσαν τους Βενετούς οικονομικά και ως εθελοντές στην εκστρατεία τους στον τουρκοκρατούμενο Μοριά, ιδιαίτερα στην περίπτωση της Καλαμάτας. Παράλληλα, η χερσόνησος δεν αποτέλεσε τυχαία στόχος των Βενετών. Οι δυτικοί γνώριζαν πως οι ντόπιοι Έλληνες ήδη έδειχνα επαναστατικές τάσεις και πως θα δέχονταν με προθυμία να συμμετάσχουν στον πόλεμο. Επιπλέον παράδειγμα συνιστούν τα Ορλοφικά (1770-1771). Η Μεγάλη Αικατερίνη, μετά από πολλαπλές προσκλήσεις από προσωπικότητες της ορθοδοξίας, υποκίνησε την ομώνιμη επανάσταση στον ελλαδικό χώρο. Τα σημαντικότερα επιτεύγματα του ξεσηκωμένου ελληνισμού έλαβαν χώρα στην Πελοπόννησο, στην μορφή της πολιορκίας της Κορώνης και την κατάληψη της ιστορικής για τον ελληνικό πολιτισμό πόλη του Μυστρά, όπου για ακόμη μία φορά η μάχημοι Μανιάτες αγωνίστηκαν για ελευθερία των Ελλήνων.



Η Φιλική Εταιρεία πάντα είχε τα μάτια της στην Μεσσηνία. Η Μάνη, μαζί με την Αχαϊα, αποτελούσαν οι ισχυρότερες επαναστατικές εστίες και ήταν πρόθυμοι να αποδεχτούν την επανάσταση. Η Πελοπόννησος γενικότερα φιλοξενούσε τους ισχυρότερους συμμάχους των Φιλικών, στην μορφή των  ορισμένων τοπικών αρχόντων. Αν και οι κλέφτες, έχοντας αποκτήσει δύναμη και επιρροή, συνιστούσαν, κατά κάποιον τρόπο, τροχοπαίδη στην απολυταρχική πολιτική των κοτζαμπάσηδων, υπήρχαν αρκετές περιπτώσεις όπου ήταν πρόθυμοι να συνεργαστούν μαζί τους.

Αυτή η δύναμη των κοτζαμπάσηδων της Πελοποννήσου, που διευκολύνει την κινητοποίηση των μαζών και την άμεση διάθεση των προϊόντων της γης για τη συντήρηση των στρατοπέδων, χρωστιέται σχεδόν απόλυτα προεπαναστατικά χρόνια με τη χαρακτηριστική συγκέντρωση της εξουσίας στα χέρια της αγροτικής ολιγαρχίας. Ως εκ τούτου, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης ξεκίνησε την κινητοποίηση των Ελλήνων στην χερσόνησο.

Ο Υψηλάντης γνώριζε πως έπρεπε να δώσει στον ντόπιο πληθυσμό το κατάλληλο κίνητρο, για να εξασφαλίσει την υποστήριξή τους στον αγώνα. Επιστρατεύοντας τον Παπαφλέσσα, μία από τις πιο χαρακτηριστικές μορφές του ελληνικού αγώνα, κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του Πελοποννησιακού πληθυσμού. Ο Παπαφλέσσας ήταν, όπως λέει ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, ένας εξαιρετικός συνωμότης και επιτυχώς διέδωσε ψευδείς φήμες πως οι Ρώσοι υποστήριζαν ενεργά τον αγώνα των φιλικών, αν και στην πραγματικότητα η συμβολή τους δεν ήταν ακόμα βέβαιη. Με αυτόν τον τρόπο, οργανώθηκαν τα πρώτα στρατιωτικά στρατεύματα, που απαρτίζονταν κυρίως από άτακτους αγρότες και κτηνοτρόφους η οποίοι συμμετείχαν στον αγώνα, θεωρώντας τον ευκαιρία για να αποκτήσουν περισσότερη γη και πόρους.

Η επανάσταση δεν άρχησε το 1821 τυχαία. Οι Φιλικοί, μολονότι είχαν ήδη ξεκινήσει την προετοιμασία και υπήρχαν περιπτώσεις ενεργής αντίστασης κατά των Οθωμανών, ανέμεναν την κατάλληλη αφορμή για να κηρύξουν πλήρη κινητοποίηση του ελληνισμού. Τον Μάρτιο του 1821, οι συνθήκες ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκές. Το 1820 ο Αλή Πασάς κηρύχθηκε αποστάτης και ο σουλτάνος Μαχμούτ Β' διέταξε τα στρατεύματά του στον ελλαδικό χώρο να κινηθούν εναντίον του στα Ιωάννινα. Ο έλεγχος των Οθωμανών, για βραχύ χρονικό διάστημα, ήταν αποδυναμωμένος.

Όσον αφορά τον Μοριά, υπεύθυνος για την επιτήρησή του ήταν ο Μέγας Βεζίρης Χουρσίτ Πασάς. Έχοντας ενταχθεί στον οθωμανικό στρατό ως γενίτσαρος, η πολιτική του χαρακτηριζόταν από ιδιαίτερη βιαιότητα προς τους χριστιανιούς και οι Έλληνες δεν τολμούσαν να ξεσηκωθούν εν παρουσία του. Ευτυχώς για τους Φιλικούς, ο Χουρσίτ συμμετείχε στην πολιορκία των Ιωαννίνων και άφησε την Πελοπόννησο  υπό την προστασία μερικών από των στρατευμάτων του. Οι επαναστάτες ήταν έτοιμοι να κάνουν τα πρώτα τους βήματα.

O Παπαφλέσσας, ο Κολοκοτρώνης και ο αναγνωσταράς προκάλεσαν αναβρασμό σε ολόκληρη την Μάνη. Οι Μανιάτες αποτελούσε σχεδόν αυτόνομη περιοχή στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα, καθώς δεν υποτάχθηκαν ποτέ ολοκληρωτικά από τους Τούρκους. Οι ορεινές περιοχές και η μαχητικότητα των ντόπιων έπεισαν τους Οθωμανούς πως η κατάκτηση της περιοχής δεν άξιζε τις απώλειες στον στρατό τους, για μία απειροελάχιστη αύξηση των εσόδων τους από τους φόρους. Ο Μπέης Μαυρομιχάλης ήταν σύμμαχος των υποδουλομένων χριστιανών, ωστόσο είχε ενδοιασμούς όσον αφορά την έναρξη της ενεργής αντίστασης. Δεν ήταν εντελώς πεπεισμένος πως ο ελληνισμός ήταν έτοιμος για την ρήξη με τους Οθωμανούς και φοβόταν για τον άσκοπο χαμό των Ελλήνων και την αποτυχία της επανάστασης και οι φιλικοί, γνωρίζοντας πως η συμμετοχή του στον αγώνα ήταν απαραίτητη, έστειλαν τον Αθανάσιο Τσακάλοφ και αργότερα τον Χριστόφορο  Περραίο στην Μάνη για να τον καθησυχάσουν.  Τελικά, επέλεξε να συνεργαστεί και οι Έλληνες κήρυξαν συμβολικά την επανάσταση στις 17 Μαρτίου, στην εκκλησία των Αγίων Ταξιαρχών στην Αρεόπολη.

Οι επαναστάτες είχε πλέον κερδίσει την υποστήριξη του λαού. Παρ' όλα αυτά, για την κατάληψη της Καλαμάτας ήταν απαραίτητο να γίνει η κατάλληλη προετοιμασία. Αρχικά, οι Φιλικοί της Μικράς Ασίας, έστειλαν στα μέσα του Μαρτίου προμήθειες και πολεμικά εφόδια από την Σμύρνη στο λιμάνι του Αρμυρού υπό τον Χριστόδουλο Μέξη, με σκοπό να μεταφερθούν στα επαναστατικά στρατεύματα. Το φορτίο το παρέλαβαν ο Αναγνωσταράς και ο Νικηταράς. Οταν ερωτήθηκαν από τις οθωμανικές αρχές, κατάφεραν να τις πείσουν, ισχυριζόμενοι πως ήταν ένοπλοι για να αμυνθούν σε περίπτωση ληστείας και πως μετέφεραν ελιές. Επιπλέον, ο Παπαφλέσσας, πέρα από την ψευδή περί ρωσσικής βοήθειας είδηση, είχε καταφέρει να διαδώσει την φήμη πως οι κλέφτες είχαν σκοπό να επιτεθούν στην πόλη, αφήνοντας τους Τούρκους να υποθέσουν πως το δυναμικό που είχαν στην διάθεσή τους ήταν ασθενέστερο από το δικό τους. Ο Σουλεϊμάν Αρναούτογλου, υπεύθυνος της Καλαμάτας, εξαπατήθηκε από τις εν λόγω φήμες και ζήτησε ενισχύσεις από τον Μπέη Μαυρομιχάλη, δίνοντας εντολή παράλληλα ο πληθυσμός των γύρω περιοχών να μεταφερθεί εντός της πόλης για να προστατευθεί από την επερχόμενη επίθεση. Ο Μπέης έστειλε 150 Μανιάτες υπό τον Ηλία Μαυρομιχάλη στις 20 Μαρτίου, ο οποίος επίσης συνεργαζόταν με τους Έλληνες. Ο Ηλίας Μαυρομιχάλης κατάφερε να χειραγωγήσει τον Σουλεϊμάν στο να ζητήσει παραπάνω ενισχύσεις, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στους Έλληνες να επιτεθούν στην Καλαμάτα αιφνιδιαστικά.

Η πόλη της Καλαμάτας δεν ήταν σημαντική μονάχα για την τοποθεσία της. Στην πραγματικότητα η παραγωγή στην περιοχή ήταν πλουσιότατη και οι διεξαγόταν εμπόριο καλαμποκιού, σιταριού, βουτύρου, κριθαριού, τυριού και δέρματος με την υπόλοιπη Πελοπόννησο, την Οθωμανική Αυτοκρατορία και την Ευρώπη. Επιπρόσθετα, λέγεται ότι κάθε σπίτι είχε δική του παραγωγή μεταξιού. Ως εκ τούτου, η κατάληψή της θα ήταν ιδιαίτερα κερδοφόρα για τον αγώνα.

Με το που έφτασε στον Μπέη η αίτηση του Τούρκου αξιωματούχου, οι Έλληνες έλαβαν την επιβεβαίωση που χρειάζονταν για να ξεκινήσουν να βαδίζουν προς της Καλαμάτα. Στις 22 Μαρτίου, περίπου 2000 μανιάτες της δυτικής Σπάρτης, ηγούμενοι από τον Μπέη Μαυρομιχάλη και  αντιπροσωπευτικές μορφές της επανάστασης, εμφανίστηκαν γύρω από την πόλη. Κατέλαβαν τους λόφους της γύρω περιοχής, αποκλείοντας επιτυχώς της πόλη και αναγκάζοντας τα τουρκικά στρατεύματα υποχώρησαν προς την Τριπολιτσά. Παράλληλα, τα υπόλοιπα στρατεύματα υπό τον Παπαφλέσσα, τον Νικηταρά και τον Αναγνωσταρά ασκούσαν πίεση στο νοτιανατολικό τμήμα της.  Ο Αρναούτογλου διέταξε αμέσως οι Οθωμανοί να συγκεντρωθούν στα σπίτια και να είναι έτοιμοι να προβάλουν αντίσταση. Μέχρι τις πρωϊνές ώρες της 23ης Μαρτίου, ο Οθωμανός αξιωματούχος είχε καταλάβει το μάταιο της αντίστασης. Οι Έλληνες έδωσαν στους Τούρκους τρίωρη διορία για την παράδοσή της.


Ο Ηλίας Μαυρομιχάλης συμβούλεψε τον Αρναούτογλου να δεχτεί τους όρους και ο ίδιος συμφώνησε, υπό την προυπόθεση πως οι Τούρκοι του δεν θα θανατόνονταν. Την ίδια μέρα, οι Μανιάτες και οι Μεσσήνιοι εισήλθαν θριαμβευτικά στην πόλη. Παρέλαβαν τον εξοπλισμό των Οθωμανών και επισημοποιήθηκε η παράδοση της Καλαμάτας. Οι Έλληνες των γύρω περιοχών ενθουσιάστηκαν με την είδηση και γιόρτασαν τελετουργικά την απελευθέρωση στην εκκλησία των Αγίων Αποστόλων. Οι όροι της συμφωνίας, ωστόσο, δεν τηρήθηκαν πλήρως. Αν και οι Τούρκοι αποχώρησαν από την πόλη με την συνοδεία των Ελλήνων, πολλοί από αυτούς θανατώθηκαν την νύχτα, μία τακτική που αποτελεί προέλευση της μεταφοράς “τον έφαγε τον φεγγάρι”.

Η απελευθέρωση της Καλαμάτας ήταν καθοριστικής σημασίας για την ελληνική επανάσταση. Κατ'αρχάς, με αφορμή την κατάληψη, διεξήχθει σύσκεψη μεταξύ οπλαρχηγών και δημογερόντων με αποτέλεσμα την οργάνωση ενός διοικητικού σώματος με όνομα “Μεσσηνιακή Σύγκλητος”, το οποίο ηγούταν ο Πετρομπέης Μαυρομιχάλης και στο οποίο συνενοήθηκαν όσον αφορά την επόμενή τους στρατιωτική κίνηση

Εν συνεχεία, συντάχθηκε και εξεδώθηκε η Προκήρυξη “Προειδοποίηση εις τας Ευρωπαϊκάς αυλάς”, που είχε ως πρωταρχικό στόχο την γνωστοποίηση του απελευθερωτικού αγώνα στην υπόλοιπη Ευρώπη. Υπογεγραμμένη επίσης από τον Μπέη, περιλάμβανε την δυσαρέσκεια την επαναστατών με τον οθωμανικό ζυγό, τις περί απελευθέρωσης όλων των Ελλήνων του Μοριά δηλώσεις του και την εκκλήσεις για βοήθεια από τους ευγενείς του εξωτερικού. Θεωρείται το πρώτο επίσημο έγγραφο του νέου ελληνισμού απο Έλληνες και ξένους ιστορικούς. Κατά πάσα πιθανότητα δεν συντάχθηκε εντός της Καλαμάτας, αλλά είχε ήδη γραφτεί από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη.


Τέλος, η Καλαμάτα αποδείχθηκε σημαντική στα ύστερα στάδια της επανάστασης. Ο Θεώδορος Κολοκοτρώνης, αφού συγκέντρωσε ένα στράτευμα αποτελούμενο από 300 άνδρες, μεταφέρθηκε με μεγαλύτερη άνεση στην Τριπολιτσά την ίδια μέρα και την πολιόρκησε. Η παραγωγή και το εμπόριό της ήταν υπολογίσιμης σημασίας για την χρηματοδότηση του αγώνα και η είδηση της απελευθέρωσής της τράβηξε το ενδιαφέρον των φιλελλήνων, όπως του Ιωσήφ Βαλέστ ο οποίος μεταφέρθηκε στην Ελλάδα και διοίκησε τον πρώτο στράτευμα της πόλης, απωθώντας την απόπειρα απόβασης του οθωμανικού στόλου στις 27 Αυγούστου του ίδιου έτους.

Πιστεύουμε ότι η απελευθέρωση της Καλαμάτας δεν είχε λάβει την ιστορική κάλυψη που της αναλογεί. Συχνά παραλείπεται σε έργα σχετικά με την ελληνική επανάσταση του 1821, αλλά είναι αδιαμφησβήτητο πως αποτέλεσε ακρογωνιαίος λήθος για περεταίρω επέκταση της επαναστατικής επικράτειας και στήριξης του αγώνα. Η υπογραφή της πολιτικής προκήρυξης και η σύσταση της Μεσσηνιακής Γερουσίας έλαβαν χώρα με την κατάληψη της πόλης και συνιστούν ορόσημα για την αρχή της ελληνικής αντίστασης. Τέλος, ήταν από τις πρώτες στρατιωτικές και στρατηγικές επιτυχίες των αγωνιστών και η είδηση του γεγονότος έδωσε ελπίδα στον υποδουλωμένο ελληνισμό, την οποία είχε στερηθεί για πολλά χρόνια.

                                                                         Πηγή:

               Θ. Κολοκοτρώνη, Απομνημονεύματα (Επιμέλεια Μάριος Βαρεττάς) , Αθήνα, εκδ. Ωρόρα, 1992. 

                                                                     Βιβλιογραφία:

               S. Runciman, Μυστράς, εκδ. Καρδαμίτσα, Αθήνα, 1986.

               Κ. Παπαρρηγόπουλος, Ιστορία του ελληνικού έθνους τόμος ι', Θεσσαλονίκη, εκδ. Αλέξανδρος, 1994.

               Θ. Χρήστου, Πολιτικές και κοινωνικές όψεις της επανάστασης του 1821, Αθήνα, εκδ. Παπαζήση, 2013.

               Θ. Χρήστου, Το χρονολόγιο της επανάστασης του 1821, Τρίπολη, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 2021.

               Θ. Χρήστου, Ιχνηλατίζοντας τη συμβολή της Καλαμάτας και της μεσσηνιακής ενδοχώρας στο έπος της ανεξαρτησίας, Καλαμάτα, εκδ. δήμου Καλαμάτας,  2021.

               Γαβριήλ Μιχαήλ Δημητριάδης, Λεξικόν της βυζαντινής Πελοποννήσου, Αθήνα, εκδ. Μυρμιδόνες, 2010.

               Α. Βακαλόπουλος, Νέα ελληνική ιστορία από το 1204 έως τις αρχές του 21ου αιώνα, Αθήνα, εκδ. Ηρόδοτος, 2020.

               Π. Τσάκωνας, Ιερός Λόχος-Δραγατσάνι-Καλαμάτα, Καλαμάτα, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, 2021, διατριβή μεταπτυχιακής ειδήκευσης.

 

Ακολουθήστε το "Εξιστορώντας" στην σελίδα μας στο Facebook, στο προφίλ μας στο Instagarm και κάντε εγγραφή στο κανάλι μας στο YouTube ώστε να μην χάνετε τα νεότερα ιστορικά μας άρθρα και τις συνεντεύξεις μας.

Σχόλια