Ο Ελληνοβουλγαρικός πόλεμος των 10 ημερών! Μια διαμάχη για έναν σκύλο που κατέληξε σε ελληνική προέλαση στην Βουλγαρία


Σωτήρης Σουχλέρης

Η δεκαετία του 1920 υπήρξε σκληρή και δύσκολη για την Ελλάδα. Από την μία η απώλεια της Σμύρνης το 1922 και η σφαγή εκατομμυρίων Ελλήνων από τους Κεμαλικούς και από την άλλη οι πολιτικές αναταραχές, που οδήγησαν στην έξωση της βασιλικής οικογένειας και την κήρυξη "Προεδρευόμενης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας". Η χώρα θα άλλαζε άρδην, θα περνούσε από φουρτούνες, σκοπέλους και διαμάχες. Ενδεικτικό της κατάστασης είναι, πως από το 1922 μέχρι και το 1936 είχαν ανέβει και κατέβει συνολικά 33 κυβερνήσεις σε 14 χρόνια.

Όμως το 1925 υπήρξε μια σύγκρουση. Μία άγνωστη σύγκρουση, η οποία κράτησε μόλις 10 μέρες και έγινε για μια φαινομενικά ασήμαντη αφορμή, φούντωσε, εξαπλώθηκε και εξελίχθηκε σε, παρ ολίγον, γενικευμένο πόλεμο μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας. Ο πόλεμος θα έληγε με παρέμβαση της νεοσύστατης "Κοινωνίας των Εθνών", η οποία ήταν καταπέλτης για την Ελλάδα και σήμανε το τέλος του καθεστώτος του Θοδώρου Πάγκαλου. 

Οι κομιτατζήδες και η νέα μικρασιατική εκστρατεία

Με την Συνθήκη του Νεϊγί, το 1919, η Βουλγαρία απώλεσε τη Δυτική Θράκη η οποία με τη Συνθήκη των Σεβρών (1920), παραχωρήθηκε στην Ελλάδα. Επίσης, η Βουλγαρία υποχρεώθηκε να παραχωρήσει στη Σερβία τα στρατηγικής σημασίας εδάφη Μποσίλεγκραντ, Τιμόκ, Τριν και στη Ρουμανία, τη Δοβρουτσά. Υπήρξε ειδική μέριμνα για την προστασία των μελών των μειονοτήτων που διαβιούσαν στο βουλγαρικό έδαφος, μία από τις οποίες ήταν και η ελληνική. Υπογράφτηκε ακόμα μια ελληνοβουλγαρική συνθήκη "περί αμοιβαίας και εθελουσίας μεταναστεύσεως των φυλετικών μειονοτήτων". Η ένταση όμως στις ελληνοβουλγαρικές σχέσεις παρέμενε καθώς υπήρχαν οικονομικές κυρίως διαφορές και μεθοριακά επεισόδια που προκαλούσαν οι κομιτατζήδες.

 

                                   (Η βαρβαρότητα των Βουλγάρων σε όλο της το... μεγαλείο)

Στις 25 Ιουνίου 1925, ο Θεόδωρος Πάγκαλος, ανέτρεψε την κυβέρνηση του Ανδρέα Μιχαλακόπουλου και επέβαλε δικτατορικό καθεστώς. Ο Πάγκαλος, είχε πλήρη άγνοια για το διεθνές γίγνεσθαι, όμως πάγια εμμονή του ήταν η επανέναρξη του πολέμου με την Τουρκία για την απελευθέρωση της Ανατολικής Θράκης και, αν αυτό ήταν εφικτό και της Μικράς Ασίας. Ανέθεσε μάλιστα στον τότε αρχηγό ΓΕΣ, Υποστράτηγο Πτολεμαίο Σαρηγιάννη την προετοιμασία για τις επικείμενες επιχειρήσεις. Τον Οκτώβριο του 1925, του δόθηκε η αφορμή να δείξει τις προθέσεις του…

Ένας σκύλος περνάει τα σύνορα

Τα ξημερώματα της 19ης Οκτωβρίου του 1925 συνέβη ένα σοβαρό μεθοριακό επεισόδιο στο 69ο συνοριακό φυλάκιο στο όρος Κερκίνη (Μπέλες), κοντά στη διάβαση Δεμίρ Καπού (Σιδηρές Πύλες). Συγκεκριμένα, οι Έλληνες στρατιώτες του φυλακίου, δέχτηκαν αιφνίδια πυρά από τους άνδρες του γειτονικού βουλγαρικού φυλακίου, από απόσταση 40 μέτρων περίπου. Η αιτία που ξεκίνησε το επεισόδιο ήταν... αστεία.

Συγκεκριμένα, ο σκύλος ενός Έλληνα στρατιώτη διέφυγε από την εποπτεία του αφεντικού του και πέρασε σε Βουλγαρικό έδαφος. Μόλις αντιλήφθηκε την απουσία του ο στρατιώτης πήγε να τον φέρει πίσω και δολοφονήθηκε ενψυχρώ, μόλις τον είδαν οι Βούλγαροι. Ακούγοντας τους πυροβολισμούς, στο ελληνικό φυλάκιο επικρατεί σύγχυση. Ανταποδίδοντας τα πυρά, οι Έλληνες σκότωσαν τρεις Βούλγαρος στρατιώτες.


                                                             (Η διάβαση των Σιδηρών Πυλών)

 Έτσι ο διοικητής του "Λόχου Προκαλύψεως" στον οποίο ανήκε το φυλάκιο, Λοχαγός Πεζικού Χ. Βασιλειάδης, κρατώντας λευκή σημαία, κινήθηκε προς το βουλγαρική πλευρά. Δέχθηκε όμως καταιγισμό πυρών και σκοτώθηκε ακαριαία. Το περιστατικό, έγινε γύρω στις 14.00 της 19/10/1925. 

Διαταγή για εισβολή και η μεσολάβηση της Ρουμανίας

Στο Ελληνικό Υπουργείο Στρατιωτικών κατέφθασαν συγκεχυμένες και διογκωμένες πληροφορίες ως προς την έκταση των συμβάντων. Γι αυτό, χωρίς να προβεί σε λεπτομερή εξακρίβωση, έδωσε εντολή στα δύο Σωμάτων Στρατού να προετοιμαστούν για εισβολή στο βουλγαρικό έδαφος. Ενημερώθηκε ο αρχηγός ΓΕΣ Σαρηγιάννης και έπειτα ο πρωθυπουργός και υπουργός Στρατιωτικών, Θ. Πάγκαλος. Φαίνεται ότι συνεχίστηκε η σποραδική ανταλλαγή πυροβολισμών ως το βράδυ, ενώ ένα τάγμα του βουλγαρικού στρατού κατέλαβε μια κορυφογραμμή μέσα στο ελληνικό έδαφος. Ο Πάγκαλος τάχθηκε αμέσως υπέρ της εισβολής, ενώ οι εφημερίδες της πρωτεύουσας έδιναν την εντύπωση νέου βαλκανικού μετώπου.


Ο Βόρις Γ' κάλεσε τον πρωθυπουργό Αλεξάντερ Τσανκόφ για τη διευθέτηση του ζητήματος διά της διπλωματικής οδού και μόνο, εφιστώντας την προσοχή του υπουργού των Εξωτερικών, πρώην συνταγματάρχη, Χρίστο Βολκόφ για αποκλεισμό προς το παρόν οποιασδήποτε στρατιωτικής αντιπαράθεσης. Ουσιαστικά την τακτική αυτή υπαγόρευε η δεινή κατάσταση που είχε περιέλθει η Βουλγαρία μετά την συνθήκη του Νεϊγύ, που έφθανε ακόμα και στην αποστρατιωτικοποίησή της. Ακολούθησε πολύωρο υπουργικό συμβούλιο, το οποίο, υιοθετώντας την άποψη του βασιλιά, αποφάσισε την μεσολάβηση της Ρουμανίας. Ο Τσανκόφ τηλεγραφώντας στον Ρουμάνο υπουργό Εξωτερικών Δούκα, ζήτησε επίσημα την μεσολάβησή του στην Αθήνα για συγκρότηση μικτής ανακριτικής επιτροπής. 

Το απόγευμα της ίδιας ημέρας το βουλγαρικό πρακτορείο ειδήσεων άρχισε να μεταδίδει το γεγονός της εισβολής των Ελλήνων, χαρακτηρίζοντας εξ εαυτού την ρηματική διακοίνωση ως τελεσίγραφο, αναφέροντας ότι το επεισόδιο ξεκίνησε από τους Έλληνες που πρώτοι άρχισαν να πυροβολούν και κάνοντας μνεία στην επίμονη άρνηση της ελληνικής πλευράς για σύσταση μικτής επιτροπής έρευνας των αιτίων. 

                

    

Επίσης, συμπλήρωνε, ότι οι εισβολείς Έλληνες, αφού βομβάρδισαν το Πετρίτσι, παρέμεναν στρατοπεδευμένοι στην γύρω περιοχή. Η βουλγαρική αυτή θέση, όπως ήταν φυσικό, έστρεψε το επίκεντρο του ενδιαφέροντος από το μεθοριακό επεισόδιο στα γεγονότα του Πετριτσίου -εξ ου και το ομώνυμο ζήτημα- που βεβαίως θορύβησε πρώτιστα τις κυβερνήσεις των όμορων χωρών.


Η κατάσταση, ειδικά μετά την δολοφονία του Λοχαγού Βασιλειάδη που κρατούσε λευκή σημαία, άρχισε να ξεφεύγει από κάθε έλεγχο. Ως δικαιολογία οι Βούλγαροι ισχυρίστηκαν πως οι άνδρες τους δεν διέκριναν τη λευκή σημαία, ούτε καν τον Λοχαγό, λόγω της μάχης και του πυκνού καπνού! Η πραγματικότητα ήταν ότι ο... "στρατός" των γειτόνων ήταν σε πλήρη αταξία και σε χειρότερη κατάσταση, εξοπλιστικά από τον Ελληνικό. Ο Τσάρος ήταν βέβαιος πως θα ηττάτο σε περίπτωση πολέμου, γι αυτό και προσπάθησε να αποκλιμακώσει την ένταση, πλήρως αποτυχημένα. 


Την γράφω στα παλιά μου τα παπούτσια!

Ο Ελληνικός στρατός προήλαυσε ταχύτατα, διέλυσε τις όποιες εστίες βουλγαρικής αντίστασης βρήκε και εισήλθε περίπου 50 χιλιόμετρα μέσα σε ξένο έδαφος. Ενώ για αντίποινα κάηκαν και μερικά χωριά των γύρω βουνών. Ο Πάγκαλος αξίωσε και πάλι δημόσια συγνώμη από τον Τσάρο, αποζημίωση για τις οικογένειες των θανόντων Ελλήνων στρατιωτών και παραδειγματική τιμωρία του αξιωματικού που έδωσε εντολή για την κατάληψη του φυλακίου.  

Η αντίπαλη πλευρά, μη μπορώντας να κάνει και τίποτα άλλο, απευθύνθηκε μια ακόμα φορά στην κοινωνία των Εθών. Στις 24 Οκτωβρίου φτάνει στην Αθήνα νέα απόφαση της ΚΤΕ, στην οποία ζητήθηκε άμεση κατάπαυση του πυρός και απόσυρση των Ελληνικών τμημάτων πίσω στην Μακεδονία.

Όταν ο Πάγκαλος ενημερώθηκε για την απόφαση της ΚΤΕ απάντησε, όπως έπρεπε, με την εξής ιστορική φράση.


                                     Την γράφω στα παλιά μου τα παππούτσα!  

              

Δεν υπήρχαν πυρομαχικά

Παρότι ο Πάγκαλος, αλλά και ο πολιτικός κόσμος ήθελε να εξωθήσει την κατάσταση σε γενικευμένο πόλεμο, τελικώς το ΓΕΣ ενημέρωσε πως δεν υπάρχει ο απαραίτητος βαρύς οπλισμός αλλά ούτε και πυρομαχικά, καθότι αυτά είχαν αφεθεί στην Μ. Ασία. Η Ελλάδα οπισθοχώρησε οριστικά στις 29 Οκτωβρίου και τον Νοέμβριο ήρθε η... καμπάνα της ΚΤΕ.

Η Κοινωνία των Εθνών συγκρότησε διεθνή ανακριτική επιτροπή υπό τον Άγγλο διπλωμάτη σερ Χόρας Ράμπολντ για να εξετάσει τις ευθύνες των δύο κρατών και να αποφασίσει σχετικά. Στις 28 Νοεμβρίου η επιτροπή Ράμπολντ υπέβαλε το πόρισμά της, το οποίο υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο. Σύμφωνα με αυτό, η ευθύνη βάρυνε τελικά την Ελλάδα, η οποία όφειλε να καταβάλει στη Βουλγαρία αποζημίωση 45.000 αγγλικών λιρών, ενώ η Βουλγαρία υποχρεώθηκε να αποζημιώσει την οικογένεια του Έλληνα λοχαγού Χαράλαμπου Βασιλειάδη, που σκοτώθηκε από τα πυρά των Βούλγαρων συνοριακών φρουρών. 


Μάλιστα, η Αγγλία απείλησε ότι εάν η Ελλάδα δεν αποδεχόταν την απόφαση δεν θα δίσταζε να χρησιμοποιήσει το στόλο εναντίον της. Η Ελλάδα διαμαρτυρήθηκε για την ανισότητα της μεταχείρισης, σε σχέση με εκείνη της Ιταλίας, όταν δυνάμεις της κατέλαβαν για λίγο την Κέρκυρα, το 1923, ως αντίποινα για το φόνο, από Αλβανούς ληστές, του Ιταλού στρατηγού Ενρίκο Τελλίνι, ο οποίος επιθεωρούσε τα ελληνοαλβανικά σύνορα.

Εν τέλει η Ελλάς ταπεινώθηκε και παρότι ο Πάγκαλος παρέμεινε στην εξουσία για έναν ακόμη χρόνο, ανατράπηκε από τον Γεώργιο Κονδύλη το 1926.  

Σχόλια