Χίρου Ονόντα ο Ιάπωνας που πολέμησε μέχρι το 1974 (pics&vids)
Μπορεί ο Β Παγκόσμιος πόλεμος να τελείωσε με την συνθηκολόγηση της Ιαπωνίας στις 2 Σεπτεμβρίου 1945, για τον ανθυπολοχαγό Χίρου Ονόντα όμως αυτό δεν σήμαινε τίποτα. Ο ίδιος παρέμεινε κριμένος και συνέχισε να "πολεμά" για 29 χρόνια, μέχρι και το 1974.
Σήμερα το Εξιστορώντας φέρνει στην επιφάνεια, μια μοναδική στα πολεμικά χρονικά ιστορία. Μια ιστορία που αποδεικνύει, το που μπορεί να φτάσει η πίστη στην πατρίδα και τα ιδανικά ενός στρατιώτη.
Τα πρώτα χρόνια
Ο Ονόντα γεννήθηκε το 1922, στο Καϊνέν της Ιαπωνίας και ήταν απόγονος πολεμιστών, από σαμουράι προγόνους μέχρι τον πατέρα του, λοχία στο ιαπωνικό ιππικό. Κατατάχθηκε στον Αυτοκρατορικό στρατό στα 18, έναν μόλις χρόνο πριν την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ.
Εκεί διδάχτηκε μεθόδους συγκέντρωσης πληροφοριών και εξειδικεύτηκε στη διεξαγωγή ανταρτοπόλεμου. Δηλαδή στο πώς θα μπορούσε να βρεθεί πίσω από τις γραμμές του εχθρού και πώς με λίγους στρατιώτες, θα έκανε κόλαση τη ζωή των εχθρών της Ιαπωνίας, συλλέγοντας ταυτόχρονα πληροφορίες.
Πολεμική δράση
Οι μέθοδοι συλλογής πληροφοριών, ανταρτοπόλεμου, σαμποτάζ και προπαγάνδας, του αποδείχθηκαν υπερπολύτιμες όταν εστάλη, μετά τη λήξη της εκπαίδευσής του τον Δεκέμβριο του 1944 στη νήσο Λουμπάνγκ, στρατηγικής σημασίας για τον έλεγχο του κόλπου των Φιλιππίνων.
(Ο Ονόντα σε ηλικία 21 ετών)
Zήσε με καρύδες!
Εκεί παρέμεινε μέχρι και το 1945. Όταν έφθασαν, στις 28 Φεβρουαρίου, οι αμερικανικές δυνάμεις στη μικρή νήσο Λουμπάνγκ των Φιλιππίνων και την κατέλαβαν. Παρότι έφυγαν οι τελευταίοι Ιάπωνες, ο ταγματάρχης Γιοσίμι Τανιγκούτσι διέταξε τον ανθυπολοχαγό Ονόντα να συνεχίσει να μάχεται τον εχθρό και να μην παραδοθεί ακόμη κι αν του απομείνει μόνον ένας άνδρας. Του υποσχέθηκε μάλιστα πως θα γυρνούσε να τους πάρει.
«Σου απαγορεύεται απολύτως να πεθάνεις από το δικό σου χέρι. Μπορεί να χρειαστούν 3 χρόνια, μπορεί 5, όμως ό,τι κι αν συμβεί θα επιστρέψουμε για σένα. Μέχρι τότε, εφόσον έχεις έστω κι έναν στρατιώτη, είσαι υποχρεωμένος να συνεχίσεις να ηγείσαι. Μπορεί να πρέπει να ζήσεις με καρύδες. Εάν αυτό συμβεί, ζήσε με καρύδες! Υπό καμία περίπτωση δεν θα δώσεις εθελοντικά τη ζωή σου!»
Μετά και την ρίψη τον ατομικών βομβών στο Ναγκασάκι και την Χιροσίμα, ο Αυτοκράτορας Χιροχίτο υπέγραψε την παράδοση της Ιαπωνίας στους Συμμάχους και έβγαλε διάγγελμα ανακοινώνοντας τους όρους παράδοσης της χώρας. Παρότι ο Ονόντα άκουσε την εντολή για παράδοση, την θεώρησε κόλπο των εχθρών και δεν παραδόθηκε.
«Στο Λουμπάνγκ πίστευα ότι υπερασπιζόμουν την Ιαπωνία καθιστώντας οχυρό το νησί μαζί με τους συντρόφους μου Σιμάντα και Κοζούκα. Όταν πέθαναν, συνέχισα μόνος μου την αποστολή μου. Όταν έληξε για μένα ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος το 1974, μου φάνηκε σαν να ξυπνούσα από ένα όνειρο», έγραψε αργότερα στα απομνημονεύματά του ο Ιάπωνας αξιωματικός.
Συνέχισε να μάχεται για τρεις δεκαετίες
Ο Χίρου έμεινε στο νησί μαζί με δύο συμπολεμιστές του, τηρώντας πιστά την διαταγή του ανωτέρου του. Όμως το 1974 ήταν μόνος. Ο Κοζούκα σκοτώθηκε σε συμπλοκή με Φιλιππινέζους στρατιώτες το 1954 και ο Σιμάντα το 1972. Για 25 χρόνια μάταια οι συγγενείς του και οι τοπικές αρχές προσπαθούσαν να τον εντοπίσουν.
Ένα από τα φυλλάδια που έριχναν οι Αμερικανοί για να πείσουν τον Χίρου Ονόντα και άλλους Ιάπωνες να παραδοθούν / Φωτογραφία αρχείου: United States Office of War Information
Ο Ιάπωνας ανθυπολοχαγός χρησιμοποίησε τις γνώσεις που απέκτησε κατά την εκπαίδευσή του στον ανταρτοπόλεμο, για να επιβιώσει μέσα στις εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες της ζούγκλας. Όλες οι προσπάθειες να πειστεί να παραδοθεί απέτυχαν, αφού ο Ονόντα θεωρούσε ότι η αμερικανική αντικατασκοπεία προσπαθούσε να τον παγιδεύσει.
Η κυβέρνηση των Φιλιππίνων του πετούσε φειγ βολάν με ελικόπτερα, στα οποία γραφόταν ότι ο πόλεμος έχει τελειώσει και η Ιαπωνία παραδόθηκε. Εκείνος όμως ακάθεκτος δεν πίστευε λέξη και αρνούνταν να παραδοθεί. Με ελικόπτερα και φορτηγά οι συγγενείς του απευθύναν μνήματα με τηλεβόα και τον παρακαλούσαν να εμφανιστεί. Και πάλι όμως καμία τύχη. Η πίστη στα ιδανικά του και στις εντολές των ανωτέρων του, είχαν υπερισχύσει.
Τον βρήκε ένας φοιτητής
Αυτό που δεν κατάφεραν οι ΗΠΑ, οι Φιλιππινέζοι και οι Ιάπωνες το κατάφερε στην τύχη ο φοιτητής Νόριο Σουζούκι. Ο ίδιος ήταν λάτρης της περιπέτειας και είχε διακόψει της σπουδές του για να βρει «τον ανθυπολοχαγό Ονόντα, ένα πάντα κι ένα Γιέτι – μ’ αυτή τη σειρά». Όμως, ακόμα και όταν τον βρήκε και του εξήγησε την συμβαίνει στον έξω κόσμο, ο Ονόντα δεν πείστηκε.
Οι εντολές τηρούνται μέχρι τέλους!
Το 1974, ο Σουζούκι συνάντησε τον Ονόντα, ο οποίος φορούσε μια κουρελιασμένη στρατιωτική στολή στο νησί Lubang στις Φιλιππίνες. Είχε επιζήσει από τη μοναχική ζωή για δύο χρόνια αφού έχασε τον τελευταίο από τους δύο συναδέλφους του. Όταν ήρθαν πρόσωπο με πρόσωπο για πρώτη φορά, ο Χίρου ήταν έτοιμος να πυροβολήσει τον Σουζούκι με την πρώτη ματιά. Αλλά ευτυχώς, ο Σουζούκι είχε διαβάσει τα πάντα για τον δραπέτη και είπε γρήγορα: «Onoda-san, ο αυτοκράτορας και ο λαός της Ιαπωνίας ανησυχούν για σένα».
Ο Onoda περιέγραψε αυτή τη στιγμή σε συνέντευξή του το 2010:
"Αυτός ο χίπης... ο Σουζούκι ήρθε στο νησί για να ακούσει τα συναισθήματα ενός Ιάπωνα στρατιώτη. Ο Σουζούκι με ρώτησε γιατί δεν βγαίνω από το δάσος και του απάντησα ότι έπρεπε να πάρω διαταγή".
(Ο Σουζούκι με τον Ονόντα μετά την παράδοσή του)
Ο Ονόντα δεν θα απαλλάσσονταν από τα καθήκοντά του, εκτός αν του δινόταν επίσημα εντολή. Μετά από εκτεταμένες συνομιλίες, συμφώνησε να περιμένει τον Σουζούκι να επιστρέψει με τον πρώην διοικητή του (που ήταν τώρα ένας γέρος που δούλευε σε ένα βιβλιοπωλείο) για να δώσει την εντολή να παραδοθεί. Ο Onoda είπε: «Είμαι στρατιώτης και παραμένω πιστός στα καθήκοντά μου».
Η παράδοση
Ο Σουζούκι ενημέρωσε τις αρχές και αυτές την Ιαπωνική κυβέρνηση, η οποία ανέλαβε δράση. Βρήκε τον ταγματάρχη του και τον έστειλε στον νησί μαζί με τον αδερφό του Ονόντα. Τον Μάρτιο του 1974, ο Suzuki επέστρεψε με τον πρώην διοικητή του Ονόντα, ο οποίος τον απάλλαξε επίσημα από τα καθήκοντά του.
Μόλις ο Χίρου άκουσε την φωνή του ανωτέρου του, να τον καλεί να παραδοθεί εξετέλεσε την εντολή πάραυτα. Η Παράδοσή του έχει, ευτυχώς, απαθανατιστεί από την τηλεόραση. Ανέστρεψε το ξίφος του, ένα λειτουργικό τουφέκι Arisaka Type 99, 500 φυσίγγια και αρκετές χειροβομβίδες, καθώς και το στιλέτο που του είχε δώσει η μητέρα του το 1944 για να αυτοκτονήσει, με το οποίο τον αιχμαλώτιζαν.
Παραδόθηκε, έχοντας κλείσει πλέον τα 52 του χρόνια και ύστερα του δόθηκε χάρη, από τον τότε Πρόεδρο των Φιλιππίνων Φερδινάνδο Μάρκος. Έτσι ήταν ελεύθερος να επιστρέψει στην Ιαπωνία.
«Κάθε Ιάπωνας στρατιώτης ήταν προετοιμασμένος για τον θάνατό του, αλλά ως αξιωματικός πληροφοριών εμένα με διέταξαν να συνεχίσω το αντάρτικο και να μην πεθάνω. Ήμουν υποχρεωμένος να σεβαστώ τις διαταγές μου», δήλωσε τότε. Κι όπως έγραψε στα απομνημονεύματά του, δύο πράγματα του έδωσαν όλα αυτά τα χρόνια τη δύναμη να αντιστέκεται: η αγάπη για τον αυτοκράτορα και η ανάμνηση της μητέρας του, που του είχε μάθει να μην τα παρατά ποτέ και να μην αυτοοικτίρεται.
Αθώοι χωρικοί έπεσαν θύματα του ίδιου και των συντρόφων του
Πίσω από την απίστευτη ιστορία του Ιάπωνα αξιωματικού, μία ιστορία αταλάντευτης αφοσίωσης στο καθήκον, πειθαρχίας και αυτοθυσίας, κρύβεται παράλληλα και μια τραγωδία, αφού στις τρεις δεκαετίας που συνέχισε να μάχεται, μόνον αθώοι χωρικοί – κάπου 30 άμαχοι – έπεσαν θύματα του ίδιου και των συντρόφων του κατά τις επιθέσεις τους σε αγροικίες για να κλέψουν ζωντανά και τρόφιμα.
Το τέλος
Όταν επέστρεψε στην πατρίδα του, με τους ουρανοξύστες και τα τρένα υψηλής ταχύτητας ο Ονόντα δεν ένιωθε πλέον άνετα. Ακολούθησε τον αδελφό του στη Βραζιλία, όπου ασχολήθηκε με την εκτροφή βοοειδών. Αργότερα ξαναγύρισε στην Ιαπωνία για να δημιουργήσει μια κατασκήνωση για παιδιά, που θα τα βοηθούσε να συνδεθούν με τη Φύση και να οικοδομήσουν αξίες στη ζωή τους. Ο θάνατος τον βρήκε σε ηλικία 91 ετών στις 6 Ιανουαρίου του 2014.
(Ο Χίρου Ονόντα το 2013)
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου